Ο COVID-19 ΤΡΥΠΗΣΕ ΤΟ ΜΠΑΛΟΝΙ ΤΩΝ 253 ΤΡΙΣ
ΕΚΤΑΚΤΟ>Έσκασε η φούσκα του Παγκοσμίου Χρέους;
Η ιστορική πτώση του αμερικανικού αργού δεν μπορεί παρά να προμηνύει κάτι εφιαλτικά πρωτόγνωρο
ιστορική πτώση του αμερικανικού αργού δεν μπορεί παρά να προμηνύει κάτι πρωτόγνωρο εξίσου εφιαλτικό με τον Covid-19.
Ήδη κάποιοι κάνουν λόγο για το σκάσιμο τη παγκόσμιας φούσκας του χρέους το οποίο ανήλθε το τρίτο τρίμηνο του 2019 στο επίπεδο ρεκόρ του 322% του παγκόσμιου ΑΕΠ ή διαφορετικά στα 253 τρισεκατομμύρια δολάρια.
Αν αυτό επιμεριστεί σε κάθε άνθρωπο που ζει στον πλανήτη, μεταφράζεται σε πάνω από 32.000 δολάρια κατά κεφαλήν, υπολογίζοντας τον πληθυσμό σε 7,7 δισ.
Το χρέος που έχει συσσωρευθεί μετά την κρίση του 2007 βρίσκεται κατά κύριο λόγο σε χέρια επιχειρήσεων. Συνεπώς η αναταραχή, που επικρατεί αυτή τη στιγμή στις εφοδιαστικές αλυσίδες λόγω κορωνοϊού και η επιβράδυνση της παγκόσμιας ανάπτυξης, προδικάζει ότι οι εταιρείες θα έχουν χαμηλότερα κέρδη και ως αποτέλεσμα θα δυσκολευτούν να εξυπηρετήσουν τα χρέη τους.
Παράλληλα, οι πολιτικοί των ανεπτυγμένων χωρών δηλώνουν έτοιμοι για περαιτέρω χαλάρωση της δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής, ώστε να μπορέσουν να αντισταθμίσουν τον οικονομικό αντίκτυπο του ιού. Ωστόσο, αυτού του είδους οι οικονομικές πολιτικές όχι μόνον προσομοιάζουν με τα μέτρα που συνέβαλαν στο ξέσπασμα της κρίσης του 2007, αλλά παράλληλα διογκώνουν το ήδη υψηλότατο παγκόσμιο χρέος.
Παρ’ όλα αυτά, οι κεντρικές τράπεζες διατρέχουν τον μακροβιότερο και εντονότερο κύκλο επεκτατικής πολιτικής, ο οποίος όχι μόνο προωθεί τον ιδιωτικό δανεισμό, αλλά μειώνει και την αποδοτικότητα των μέτρων, όπως για παράδειγμα τα χαμηλά ή αρνητικά επιτόκια.
Πιο αναλυτικά, χρέος συσσωρεύεται τα τελευταία χρόνια στον επιχειρηματικό κλάδο. Ενδεικτικά, σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση του ΟΟΣΑ, οι εκκρεμείς οφειλές σε εταιρικά ομόλογα παγκοσμίως άγγιξαν τον Δεκέμβριο του 2019 το επίπεδο ρεκόρ των 13,5 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, περίπου το διπλάσιο σε σχέση με τον Δεκέμβριο του 2008.
Η αύξηση σημειώθηκε κατά κύριο λόγο στις ΗΠΑ, όπου η Ομοσπονδιακή Τράπεζα (Fed) εκτιμά ότι τα εταιρικά χρέη έχουν αυξηθεί στα 6,5 τρισεκατομμύρια δολάρια το 2019, ενώ πριν από την κρίση βρίσκονταν στα 3,3 τρισεκατομμύρια δολάρια. Μάλιστα, πρόκειται για χρέη που συσσωρεύονται σε παραδοσιακούς κλάδους της οικονομίας, οι οποίοι έχουν χαμηλότερη κερδοφορία σε σχέση με τους πιο σύγχρονους τομείς, όπως για παράδειγμα τις τεχνολογικές εταιρείες.
Σχεδόν το 60% και πλέον των χωρών του κόσμου αναμένουν ανάπτυξη χαμηλότερη των δυνατοτήτων τους το 2020. Οπότε η χαλαρή νομισματική πολιτική των κεντρικών τραπεζών διευκολύνει τον δανεισμό κρατών και ομίλων.
Ωστόσο τα περιθώρια στενεύουν για περαιτέρω χαλάρωση, οπότε χώρες όπως η Ελλάδα, η Αργεντινή, η Βραζιλία και η Νότια Αφρική με τάχιστα αυξανόμενο δημόσιο δανεισμό, καθώς και εκείνες με υπέρογκο δημόσιο χρέος, όπως η Ιταλία και ο Λίβανος, μπορεί να δυσκολευθούν να καταφύγουν σε πακέτα οικονομικής στήριξης.
Επιπλέον, όπως τονίζει το Ινστιτούτο Διεθνών Οικονομικών, η διάθεση των επενδυτών να χρηματοδοτούν επιχειρήσεις ειδικά στις υπερχρεωμένες χώρες μπορεί να αποδειχθεί ευμετάβλητη και να εξαρτηθεί από το πώς αλλάζει το κλίμα στη διαχείριση ρίσκου στο παγκόσμιο σκηνικό.
Το χρέος είναι υπερτριπλάσιο από την παγκόσμια οικονομική παραγωγή και η ανοδική του πορεία ήταν ξεκάθαρη και από το πρώτο εξάμηνο, όταν αυξήθηκε κατά 7,5 τρισ. δολάρια και δεν είχε ενδείξεις αποκλιμάκωσης έκτοτε. Συγκεκριμένα, το πρώτο εξάμηνο του 2019 το παγκόσμιο χρέος έφθασε στα 250 τρισ. δολάρια, το οποίο αντιστοιχεί στο 320% του παγκόσμιου ΑΕΠ.
Το δε δεύτερο τρίμηνο το χρέος των αναδυόμενων οικονομιών ξεπέρασε τα 71,4 τρισ. δολάρια, φθάνοντας σε νέα ρεκόρ του 220% του ΑΕΠ τους. Οι επιχειρήσεις του δημοσίου στις οικονομίες αυτές αντιστοιχούν σε πάνω από 50% όλου του εταιρικού δανεισμού εκτός του τραπεζικού κλάδου.
Σχεδόν το 60% επί του συνολικού παγκόσμιου δανεισμού αφορά την Κίνα και τις ΗΠΑ. Το δε συνολικό δημόσιο χρέος το 2019 θα ξεπεράσει τα 70 τρισ. δολάρια, όπως προβλέπει το ινστιτούτο, ενώ είχε και τη μεγαλύτερη αύξηση το πρώτο εξάμηνο κατά 1,5 ποσοστιαία μονάδα. Μετά ακολούθησαν οι τράπεζες και οι όμιλοι του χρηματοπιστωτικού κλάδου, όπου η αύξηση του δικού τους δανεισμού ήταν της τάξεως της μιας ποσοστιαίας μονάδας.
Αξίζει να αναφερθεί πως η συσσώρευση παγκοσμίου χρέους οφείλεται εν πολλοίς στην έκδοση πληθώρας ομολόγων σε όλο τον κόσμο. Το 2009 η ομολογιακή αγορά ανερχόταν σε 87 τρισ. δολάρια και στα μέσα του 2019 ξεπερνούσε τα 115 τρισ. δολάρια. Τέλος, όπως αναφέρει το Ινστιτούτο Διεθνών Οικονομικών, το επαχθές παγκόσμιο χρέος ίσως γίνει τροχοπέδη στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής: ο δανεισμός για έργα χαμηλού ανθρακικού αποτυπώματος υπερβαίνει ελαφρά το 1 τρισ. δολάρια όταν, κατά τους διεθνείς οργανισμούς, απαιτούνται κάθε χρόνο και κατά μέσον όρο 3,5 τρισ. δολάρια σε επενδύσεις για να μην ανέλθει η θερμοκρασία άνω του 1,5 βαθμού Κελσίου έως το 2050.
0 Σχόλια